[Flânερειπie 33: Σκελετοί κούνιας υπερατλαντικοί] του Νικήτα Σινιόσογλου

On 1 July, 2018 by admin

[fblike]

 

 

 

 

 

 

 

Στην Κική

 

 

Αυτή ήταν η μέρα μου κι ιδού τ’ απομεινάρια της, Σάββατο.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

1/

Γυρνούσα στα Μεσόγεια χαυνωμένος απ’ τη ζέστη, όταν κουδούνισε μια εικόνα, και με μισοτράβηξε στον κόσμο που είχα σχεδόν αφήσει. Το κινητό ήταν ανοιχτό εκ παραδρομής. Ξεκόβω με τον θόρυβο τελευταία.

Στην οθόνη μια κούνια σταλμένη απ’ την άλλη άκρη του κόσμου. Τα ξύλα ήταν ετοιμόρροπα, δεν θα της εμπιστευόμουν το βάρος μου, ούτε καν ενός παιδιού, απ’όσο μπορούσα να πω. Ξέφτιζε ολάκαιρη και ζωντανή. Μου ήρθε στο νου ένα ψάρι βγαλμένο απ’ τη θάλασσα, πως το κοιτούσαν τις προάλλες, σώο αλλά χαμένο από χέρι. Εκνευρίστηκα με την επικοινωνία, κι απενεργοποίησα το τηλέφωνο, χωρίς ν’ απαντήσω στην αποστολέα.

Λίγα βήματα πιο κάτω μια κούνια μεταλλική τη φορά αυτή, στον κήπο ενός χαμόσπιτου. Έστεκε σκελεθρωμένη, της έλειπαν το κάθισμα, κι οι αλυσίδες. Έκανε προσπάθεια μη χαθεί το ίχνος της. Μου απευθύνθηκε με διάφανη εχεμύθεια, αν και ήδη απογευματινή. Πολλά συμβαίνουν στο ημίφως.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

2/

Κατέγραψα τη σύμπτωση, γιατί περπατούσα ώρες, και το μυαλό είχε παύσει ν’αναγνωρίζει σχήματα ή δομές στον κόσμο, ή να ζητεί τέτοια πράγματα, σερνόταν το μυαλό απ’ τα πόδια στην καυτή άσφαλτο των Λεγραινών, κι ακουμπούσε στις νεοελληνικές μάντρες μήπως μείνει στην ευθεία, αν και μέσα μου –πολύ βαθιά μέσα μου – γνώριζα πως δεν πήγαινα πουθενά.

 

3/

Η ζωή κάμπτεται φυσιολογικά, κι αποσαρκώνεται, αλλά το σκέλεθρο αντέχει ακόμη. Γι αυτό σε κάποιους πολιτισμούς ο σκελετός πραγμάτων κι οργανισμών είναι σύμβολο αγαθό, καθόλου τρομακτικός, ούτε μιαρός. Κάποτε είδα σ’ ένα εβραϊκό μουσείο στην Πράγα μια οστέινη χτένα για νεκρούς. Το διάτρητο σκέλεθρο είχε κάτι από οχυρό.

 

4/

Θύλακες αγάπης γίνονται πολλά σχήματα οδοντωτά, που είναι ισχνά αλλά συνεπή, μίτοι στο στημόνι.

 

5/

Επιστρέφοντας – ένα τέρμα ποδοσφαιρικό, δίχως δίχτυα ή άλλο τέρμα αντίκρυ, πεταμένο σ’ έναν βαλτότοπο. Ένα τέρμα δίχως γήπεδο· εκτός αν είναι από πρόθεση φερμένο, και παίζουν μπάλα οι πιτσιρικάδες πότε πότε, αδύνατον να πω τι του συνέβη. Αυτό κι αν είναι σκέλεθρο, υπαινικτικό και νικηφόρο.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

6/

Συμβαίνει συχνά στις φλανερί να προσέχεις πράγματα μόνον στον γυρισμό, αφού έχεις περπατήσει τις σκέψεις που θα σε κάνουν να τα δεις.

 

7/

Ο καρδιακός μου φίλος Πάνος Πληθάκης ορίζει τη ζωή ως ένα σύνολο από δοκιμασίες, που όταν τις περνάς επιτυχώς η ανταμοιβή είναι ελάχιστη, κι όταν αποτυγχάνεις η τιμωρία είναι αδυσώπητη. [1]

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

8/

Το βράδυ διάβασα ένα πεζό του Άγγλου μυστικιστή John Donne με τίτλο: «Περί του ότι όλα τα πράγματα σκοτώνουν τον εαυτό τους» (1590). Ο Donne ισχυρίζεται πως τα καλύτερα πράγματα σκοτώνουν ταχύτατα τον εαυτό τους. Για παράδειγμα, η αυτοπεποίθηση εκφυλίζεται σε αλαζονεία κι έτσι σκοτώνεται· ο πόθος γίνεται ασέλγεια, σκοτώνεται κι αυτός· κι η επιθυμία ζήλια, κ.ο.κ. Τα πάντα τείνουν στην υπερβολή τους, και το μέτρο είναι ανέφικτο για πολύ. Ο Donne καταλήγει πως κι ο φυσικός κόσμος σκοτώνει τον εαυτό του διαρκώς, αφού έξω από αυτόν δεν υπάρχει τίποτα άλλο για να τον σκοτώνει.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

9/

Πρόκειται για σκωπτικό κείμενο, απ’ αυτά που ο Donne μάζεψε στην συλλογή «Παράδοξα». Έπεσα απάνω του γιατί αναζητώ στην παραδοξογραφία τις απαρχές του δοκιμιακού λόγου (η υπόθεσή μου είναι πως το δοκίμιο ξεπήδησε από το παράδοξο). Μα όσο σκέπτομαι το «παράδοξο» του Donne, τόσο παύει να είναι παράδοξο, και το παίρνω στα σοβαρά, πέρα από την επικράτεια της φιλολογίας, ακόμη κι αν πρόθεση του Donne ήταν να σκανδαλίσει, και ν’ ακονίσει το μυαλό του.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

10/

Το πρωί είχα περάσει από σημεία, όπου η θάλασσα διαβρώνει την Αττική δεκαετίες τώρα, και την σιγοτρώει. Κολυμβητές είχαν απλώσει τις πετσέτες στις νεοπαγείς εσοχές της γης, που δεν είναι παρά δαγκωματιές της θάλασσας, και κτενοειδείς ελλείψεις. Ο κόσμος αυτοσκοτώνεται διακριτικά. Οι παριστάμενοι δεν καταλαβαίνουν τίποτα.

 

11/

Κολυμπάμε σε αυτό που μας τρώγει.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

12/

Θα μας πουν πως οι άνθρωποι δεν χάνονται σαν τη γη οπωσδήποτε, και πως είναι ίσως δυνατή μια αρετή διαρκείας. Αυτήν ζήτησαν ο Αριστοτέλης, κι οι Στωικοί. Διαβόητος ο ενάρετος βίος! Δεν λέω, η ιδέα είναι χρήσιμη για παιδευτικούς σκοπούς, ας πούμε για τα σχολεία και τα Πανεπιστήμια, και το Κράτος την έχει ανάγκη, ώστε να συντηρείται, όσο οι πολίτες έχουν ένα ιδεώδες για να τείνουν, στα λόγια έστω, και δεν τα χάνουν εντελώς. Αλλά στην πραγματικότητα μια αρετή που διαρκεί, και στέκει, είναι ιδέα παρά φύση, ξέχωρη από τον κόσμο και τη ζωή.

 

13/

Tα πάντα σκοτώνουν τον εαυτό τους δια της άστατης αρετής τους.

 

14/

Εξ ου το καλύτερο επιχείρημα κατά της αυτοκτονίας, πως αυτοκτονούμε ούτως ή άλλως, μέρα με τη μέρα. Ο χρονισμός μας μάρανε;

 

 

 

 

 

κόσμοι θυλακώνουν διαρκώς και τυχαίως

 

 

 

 

15/

Η ακτή θυλακώνει στην θάλασσα που την τρώγει, κι η χτένα στα μαλλιά· κάπως να κουμπώνουμε κι εμείς στη ζωή, όπως μας θέλει.

 

16/

Όλα είναι καλά. Θόρυβο κάνει μόνον ο γηραλέος βρυκόλακας, που ένα βήμα πριν πεθάνει ρουφά τη νεότητα των άλλων.

 

Σημείωση

[1] Ο Πάνος διευκρινίζει γελώντας πως μιλούσε για μια μέρα της ζωής του, κι όχι γενικά· και πως εγώ, ως Νικήτας Σινιόσογλου, επέκτεινα την παρατήρησή του σ’ όλη μας τη ζωή. Βέβαια και μια μέρα αρκεί, όπως στην τραγωδία.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Leave a Reply

Your email address will not be published.