[ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΜΠΑΡΟΟΥΖ : ΠΡΟΦΗΤΗΣ Ή ΠΟΡΝΟΓΡΑΦΟΣ]

On 5 February, 2020 by admin

[fblike]

 

 

 

 

 

 

 

 

[Περιοδικό «Jaguar», Ιανουάριος του 1966. Νέα Υόρκη.
Ο William S. Burroughs έδωσε τη συνέντευξη σε δημοσιογράφους του περιοδικού].

 

 

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Έχεις κατηγορηθεί ότι συνήθως πηγαίνεις κόντρα στο κατεστημένο και πολλοί από τους κριτικούς σου βλέπουν «μηνύματα» σε σημεία που ο μέσος αναγνώστης θα τα θεωρούσε απλώς υπερβολικά ερωτικά. Αναφέρομαι συγκεκριμένα στη σαφώς βίαιη σκηνή που θα μπορούσε εύκολα να επαναδιαβαστεί σαν ένα είδος κοινωνικής διαμαρτυρίας— ενδεχομένως, έναντι της θανατικής ποινής.

ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΜΠΑΡΟΟΥΖ: Είναι ένα φυλλάδιο κατά της θανατικής ποινής με τον τρόπο του Σουίφτ στο «Σεμνή πρόταση ώστε να παύσουν τα τέκνα των φτωχών ν’ αποτελούν βάρος για τους γονείς τους και τον τόπο και να καταστούν ωφέλιμα στην κοινωνία». Ακολουθούσα, απλά, μία φόρμουλα στη λογική της κατάληξη. Κάποιοι φαίνεται ότι το κατάλαβαν. Η έκδοση του «Γυμνού γεύματος» στην Αγγλία συνέπεσε σχεδόν με την κατάργηση της θανατικής ποινής. Το βιβλίο προφανέστατα έπαιξε ρόλο.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ο Στάνλευ Έντγκαρ Χάυμαν* επιτέθηκε στο «Γυμνό γεύμα» αντιμετωπίζοντας την ενότητα αυτή σαν σκληροπυρηνική πορνογραφία. Πώς το εξηγείς που ένας τέτοιος διακεκριμένος κριτικός λογοτεχνίας την εξέλαβε σαν πορνογραφία;

ΜΠΑΡΟΟΥΖ: Δεν τον ξέρω τον Κύριο— πώς τον είπες;

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Στάνλευ Έντγκαρ Χάυμαν.

ΜΠΑΡΟΟΥΖ: [Καγχάζοντας.] Χάυμαν. Δεν τον ξέρω τον κύριο Χάυμαν, επομένως, δε γνωρίζω πώς αισθάνθηκε. Πάρα πολλοί άνθρωποι του Δυτικού Κόσμου αυτομάτως αρρωσταίνουν με κάθε είδους ειλικρινές κείμενο για τα σεξουαλικά θέματα.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Συνηγορείς, ως στοιχείο της ανάπτυξης της προσωπικότητας, με το να χρησιμοποιούν οι άνθρωποι ναρκωτικά και να πειραματίζονται με διάφορες σεξουαλικές εμπειρίες, πολλές εκ των οποίων απαγορεύονται στην Αμερική;

ΜΠΑΡΟΟΥΖ: Αισθάνομαι ότι τα ναρκωτικά —βάζω μέσα και το όπιο και όλα τα παράγωγά του, όπως τη μορφίνη, την ηρωίνη, το πάντοπον κτλ— είναι τελείως άχρηστα για την οποιαδήποτε δημιουργική δουλειά, αν και θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμα για τις καθημερινές. Η περισσότερη χειρωνακτική δουλειά στην Άπω Ανατολή γίνεται από ναρκομανείς. Από την άλλη, τα ναρκωτικά που διευρύνουν τη συνείδηση —τα παραισθησιογόνα, όπως η κάνναβη, η μεσκαλίνη, το LSD, η ξυλοκαΐνη— νομίζω ότι χρειάζονται σε ένα συγγραφέα, μέχρι ενός σημείου. Δηλαδή, ανοίγουν τις ψυχικές περιοχές που ο συγγραφέας δε θα μπορούσε να προσεγγίσει διαφορετικά. Μα θεωρώ ότι από τη στιγμή που αυτές οι περιοχές έχουν ανοιχτεί και ο συγγραφέας τις έχει προσεγγίσει, μπορεί να επανέλθει, χωρίς τη χρήση ναρκωτικών. Επομένως, δε θα συνηγορούσα να τα χρησιμοποιεί κανείς σε συνεχή ή σε τακτική βάση.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Στην «Εισαγωγή», λες ότι το «Γυμνό γεύμα» ασχολείται με την «άλγεβρα της ανάγκης» και ότι η πρέζα αποτελεί «το καλούπι του μονοπωλίου και της ιδιοκτησίας», με το οποίο φαίνεται να εννοείς ότι το πρεζάκι αντιπροσωπεύει τον οποιονδήποτε σε μία οικονομία όπου η δύναμη είναι συγκεντρωτική και μονοπωλιακή. Σωστά;

ΜΠΑΡΟΟΥΖ: Λοιπόν, με το «άλγεβρα της ανάγκης» εννοούσα απλά ότι, δεδομένων κάποιων γνωστών παραγόντων σε μια εξίσωση, και η εξίσωση περιλαμβάνει μια κατάσταση απόλυτης ανάγκης —κάθε είδους ανάγκης— δύνασαι να προβλέψεις τα αποτελέσματα. Αφήστε ένα άρρωστο πρεζάκι στο πίσω δωμάτιο ενός φαρμακείου και μόνο ένα πράγμα θα συμβεί. Το ίδιο ισχύει και για οποιονδήποτε βρίσκεται σε κατάσταση πείνας, φόβου κτλ. Όσο πιο απόλυτη η ανάγκη, τόσο πιο προβλέψιμη η συμπεριφορά, μέχρι που καθίσταται μαθηματικά βέβαιη.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Στο «Γυμνό γεύμα», συνδυάζοντας αυτοβιογραφία με σάτιρα και φαντασία, μπέρδεψες κάποιους αναγνώστες που αδυνατούσαν να ξεχωρίσουν τι ήτανε αληθινό και τι όχι. Τώρα, στα τελευταία γραπτά σου, αντί να επανέρχεσαι σε κάτι πιο ομαλοποιημένο, προχωρείς σε τεχνικές ακόμα πιο ριζοσπαστικές, όπως τη μέθοδο cut-up, κατά την οποία κόβεις τη σελίδα σε κομμάτια, τα αναδιαρθρώνεις και δημιουργείς κάτι που φαντάζει χαώδες με την πρώτη ματιά. Οι αναγνώστες λένε ότι είναι ακατανόητο και απλούστατα αδυνατούν να το διαβάσουν.

ΜΠΑΡΟΟΥΖ: Νομίζω ότι ο συγγραφέας αν δε μοχθεί για να διευρύνει και να αλλάξει τη συνείδηση τη δική του και των αναγνωστών του, δεν καταφέρνει τίποτα το ιδιαίτερο. Είναι επακριβώς λέξεις, γραμμές λέξεων, γραμμές λέξεων και εικόνων, και συσχετισμοί συνδεδεμένοι με αυτές τις γραμμές λέξεων και εικόνων μέσα στον εγκέφαλο, που σου έρχονται εκείνη τη στιγμή, ακριβώς εκεί που κάθεσαι.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τα μέρη που επισκέπτονται οι ήρωες στα βιβλία σου είναι μέρη που δεν υπάρχουν στον πλανήτη Γη, μέρη όπως η Διαζώνη, η Χωρίς Χαραμάδες Πόλη, η Πόλη της Κοπής, οι Φούρνοι Νόβα, η Μινρώδ, η Άνω Μπαμπουινοκωλάντερο * . Έχω νιώσει, όπως και πολλοί άλλοι που έχω μιλήσει, κάτι ιδιάζον, κάτι που δε συμβαίνει με άλλα προϊόντα μυθοπλασίας, ότι αυτά τα μέρη έχουνε πραγματικά υπάρξει. Τα ’χεις στ’ αλήθεια επισκεφθεί χρησιμοποιώντας ναρκωτικά που διευρύνουν τη συνείδηση;

ΜΠΑΡΟΟΥΖ: Ναι. Επισκέφθηκα αρκετές χρησιμοποιώντας το γιαχέ, το τηλεπαθητικό ναρκωτικό που φυτρώνει στη Νότια Αμερική. Τις πιο άσχημες από αυτές τις επισκέφθηκα με τη χρήση της Ν-διμεθυλτριπταμίνης. Τη Μινρώδ την επισκέφθηκα χρησιμοποιώντας μεσκαλίνη. Μα όλες αυτές οι πόλεις έχουνε αληθινές ρίζες. Η Διαζώνη βασίζεται κατά πολύ στην Ταγγέρη του παλιού, διεθνικού καιρού: ήταν μία Διαζώνη, όχι χώρα. Οι σκηνές της ζούγκλας προέρχονται από τις εξερευνήσεις μου στη Νότια Αμερική. Η Άνω Μπαμπουινοκωλοτρυπίδα είναι, στην πραγματικότητα, ο ποταμός Μπαμπανάσα* .

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Σε όλα τα βιβλία σου, αναφέρεσαι επανειλημμένα στο «Τέχνασμα του Οργασμικού Θανάτου», που συνιστά μία απάτη δημιουργημένη από τη Συμμορία Νόβα, τους διαστρικούς εγκληματίες που εισβάλλανε στη γη και παραμένουνε αόρατοι, έτσι που δε μαθαίνουμε ποτέ αν είν’ εδώ. Ποιο είναι το Τέχνασμα του Οργασμικού Θανάτου;

ΜΠΑΡΟΟΥΖ: Είν’ απλά ένα από τα πολλά τεχνάσματά τους. Βλέπετε, γενικά, όπως ο ταχυδακτυλουργός, δε θέλουνε να μάθει ο κόσμος πώς λειτουργούν τα κόλπα τους. Το Τέχνασμα του Οργασμικού Θανάτου είναι μάλλον περίπλοκο. Θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ο περί γέννησης και θανάτου κύκλος δράσης, πείθοντας τους ανθρώπους ότι η γέννηση και ο θάνατος αποτελούν πραγματικότητες.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Το πιο συχνό παράπονο για τα βιβλία σου έγκειται στο ότι είναι αηδιαστικά. Πώς αντιδράς;

ΜΠΑΡΟΟΥΖ: Λοιπόν, ο όρος «αηδιαστικό» δεν αναφέρεται στα βιβλία, αλλά στην υποκειμενική αντίδραση αυτού που διαμαρτύρεται. Δε νομίζω ότι κάτι είναι αηδιαστικό αυτό καθ’ εαυτό. Τέτοιες λέξεις, «αηδιαστικό» και «βρώμικο» κτλ., μας έχουν αποτρέψει από το να επιχειρήσουμε οποιοδήποτε επιστημονικό πείραμα σε σεξουαλικά ζητήματα. Πόσο θα προχωρούσαμε στον τομέα της φυσικής αν η ανακάλυψη θεωρούνταν αηδιαστική— «η φόρμουλά σας είναι αηδιαστική και βρώμικη;». Όχι πολύ.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Ήσουν εθισμένος στα οπιούχα για δεκαπέντε χρόνια και ξέκοψες τα τελευταία εφτά. Θα μας εξηγήσεις πώς εθίστηκες;

ΜΠΑΡΟΟΥΖ: Ο εθισμός είναι μια ασθένεια έκθεσης. Οι γιατροί και οι νοσοκόμες, για παράδειγμα, παρουσιάζουνε υψηλό ποσοστό εθισμού. Δοκίμασα μορφίνη, μου άρεσε και τελικά εθίστηκα. Χρειάζεται πάρα πολύ λίγο χρόνο. Μου πήρε τρεις μήνες την πρώτη φορά. Η ανοησία ότι οι άνθρωποι εθίζονται με τη μία δοκιμή, κρίνεται ιατρικώς εσφαλμένη.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μα δε γνώριζες τους κινδύνους του εθισμού;

ΜΠΑΡΟΟΥΖ: Το Ομοσπονδιακό Γραφείο Ναρκωτικών διαπράττει μέγα σφάλμα με το να διαδίδει εσφαλμένες πληροφορίες. Τα περισσότερ’ απ’ αυτά που λένε είναι τέτοιες ανοησίες, που δεν τα πίστεψα για τον εθισμό. Σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να πάρω ναρκωτικά ή να μην ασχοληθώ. Για παράδειγμα, δηλώνουν ότι η μαριχουάνα είναι επιβλαβές και εξαρτησιογόνο ναρκωτικό, ενώ απλά δεν είναι. Λένε ότι μπορείς να εθιστείς στα οπιούχα με τη μία δοκιμή, μα δεν ισχύει. Υπερεκτιμούν τις φυσικές άσχημες συνέπειες, και ούτω καθεξής. Επομένως, πάρα πολλοί άνθρωποι, απλά, δεν πιστεύουν ό,τι λένε. Όταν είπα ότι πρόκειται για μια ασθένεια της έκθεσης, εννοούσα ότι οι άνθρωποι θα έπαιρναν οτιδήποτε θα τους έκανε να νιώσουν καλύτερα, είτε αλκοόλ είτε κοκαΐνη είτε ναρκωτικά που διευρύνουν τη συνείδηση, είτε οπιούχα. Στο Ιράν, μέχρι πρόσφατα, πουλούσαν όπιο νόμιμα σε καταστήματα, και από τους δεκαπέντε εκατομμύρια κατοίκους, τα τρία ήταν εθισμένοι. Δεν πιστεύω ότι όλοι εκείνοι οι άνθρωποι ξέφευγαν από τα διάφορα «κόμπλεξ» ή ό,τι άλλο. Απλά εκτίθονταν στο όπιο.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μία τελευταία ερώτηση. Στα βιβλία σου ισχυρίζεσαι ξεκάθαρα ότι όλα «τα συμβούλια, τα συνδικάτα και οι κυβερνήσεις στη γη» βρίσκονται υπό τον έλεγχο της Συμμορίας Νόβα, που τους πλάνεψαν με το να «εθιστούν στην εξουσία», και υπονοείς ότι ο χειρότερος όλων, είναι ο «εθισμός στην εξουσία». Ποια είναι τα κίνητρα της Συμμορίας Νόβα; Και τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτό;

ΜΠΑΡΟΟΥΖ: Η Συμμορία Νόβα δεν έχει κίνητρα, με την έννοια που αντιλαμβανόμαστε τα κίνητρα. «Το σεξ είναι βαθιά αηδιαστικό για μία ύπαρξη σαν τη δική μου, την ανόργανη» όπως είπε και ο αρχηγός της Συμμορίας Νόβα, ο Κύριος Μπράντλεϋ – Κύριος Μάρτιν, σε μια περίσταση.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Επ’ ευκαιρίας, γιατί ο αρχηγός είναι ένα άτομο με δύο ονόματα;

ΜΠΑΡΟΟΥΖ: Ο Κύριος Μπράντλεϋ – Κύριος Μάρτιν είναι δύο άνθρωποι, διότι πρόκειται για μία αναφορά στο αδιέξοδο του δυαδικού σύμπαντος που ο ίδιος έχει δημιουργήσει, οι ίδιοι έχουνε δημιουργήσει. Νομίζω ότι κάθε δυαδικό σύστημα καταλήγει στη Νόβα. Ο Κύριος Μπράντλεϋ – Κύριος Μάρτιν συνιστά ένα είδος Θεού. Ένας Θεός της βλακείας, της δειλίας, της απαισιότητας… το πνεύμα τη εποχής μας. Όσο για το τι μπορούμε να κάνουμε, δεν έχω κάποια πολιτική. Νιώθω ότι αμέσως μόλις μπαίνει στο παιχνίδι η πολιτική, τα πράγματα οδηγούνται κατευθείαν στην ανέλπιδη κατάσταση της παρακμής. Αμέσως με το που έχεις κάποιο πρόβλημα, δεν επιλύνεται. Αυτά τα πράγματα δε θα έπρεπε να συμβαίνουν. Έχω δει χωριά στη Νότια Αμερική, όπου δεν υπάρχει αστυνομία. Ύστερα θα κατέφταναν οι μπάτσοι, ύστερα οι υγειονομικοί επιθεωρητές, και πριν καλά – καλά το καταλάβεις, θα έρχονταν μαζί και όλα τα προβλήματα— το έγκλημα, η παραβατικότητα των ανηλίκων, όλ’ αυτά— ακριβώς σαν κι εμάς. Δεν έχω κανένα μήνυμα να δώσω στους πολιτικούς του κόσμου. Είναι όλοι τους παντελώς εθισμένοι στην ασύδοτη ομιλία και είμαι απολύτως βέβαιος ότι δε θα τους ένοιαζε στο ελάχιστο να ακούσουνε για τα cut-ups και τα ιερογλυφικά, πόσω μάλλον για τη σιωπή.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

[*] Stanley Edgar Hyman (1919 – 1970): Διακεκριμένος κριτικός στο χώρο της λογοτεχνίας και της τζαζ, που έγραψε κυρίως θεωρητικά κείμενα για την τέχνη της κριτικής.

[*] Οι πόλεις αυτές εμφανίζονται σε διάφορα έργα του Μπάροουζ. Οι «Φούρνοι Νόβα» αναφέρονται στο μυθιστόρημα «Νόβα Εξπρές» (1964), η Μινρώδ στα μυθιστορήματα «The soft machine» (1961), «The ticket that exploded» (1962), «Νόβα Εξπρές» (1964) και «Απολυμαντής!» (1973). Η «Χωρίς Χαραμάδες Πόλη» και η «Πόλη της Κοπής» αναφέρονται αμφότερες στο «The soft machine» (1961). H πόλη «Άνω Μπαμπουινοκωλοτρυπίδα» αναφέρεται στο «Γυμνό γεύμα» (1959).

[8] Μπαμπανάσα: Ποταμός στη νότια Αμερική, από τον οποίο αφορμάται η ονομασία της πόλης «Μπαμπουινοκωλάντερο» [στ’ αγγλικά: «Babbooinasshole»].

 

 

[ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Χρίστος Αγγελακόπουλος]

 

 

[Προδημοσίευση από το βιβλίο
“Στους λαβυρίνθους του μυαλού”
Όλες οι συνεντεύξεις του ΓΟΥΙΛΙΑΜ ΜΠΑΡΟΟΥΖ – 1961-1996
Επιλογή – Μετάφραση – Σημειώσεις : Χρίστος Αγγελακόπουλος
που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Bibliotheque]

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Leave a Reply

Your email address will not be published.